Ως επιστημονική κοινότητα και επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου έχουμε μιλήσει με απόλυτη διαφάνεια σε αυτήν την κρίση, τόνισε στην εισαγωγή του ο κ. Τσιόδρας και πρόσθεσε: «Επιτρέψτε μου να πω ότι λόγω της συμμετοχής μου σε δεκάδες αποκρίσεις μειζόνων επιδημιών και συμβάντων δημόσιας υγείας στη χώρα μας τα τελευταία 15 έτη, από την εμπειρία μου, τα ερωτηματικά πρέπει να απαντώνται με την κατά το δυνατόν υψηλότερη σαφήνεια και οι σκιές να ξεδιαλύνονται. Η εμπιστοσύνη και η προσήλωση στην αλήθεια είναι οι σημαντικότεροι παράμετροι. Αλλοίμονο σε αυτούς που παλεύουν στην πρώτη γραμμή και δεν είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν την όποια αβεβαιότητα με προσήλωση στην έως τώρα γνωστή αλήθεια».
«Οι κρίσεις δημόσιας υγείας αφορούν όλους μας», συνέχισε ο κ. Τσιόδρας. «Είναι κάτι για το οποίο χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση. Δυστυχώς, σε πολύ συγκεκριμένα παραδείγματα στο εξωτερικό, έγιναν αρχικά κάποιες λάθος εκτιμήσεις, πάρθηκαν καθυστερημένες αποφάσεις, συστήματα υγείας προηγμένων χωρών έδειξαν σημαντική ανεπάρκεια. Κανένα σύστημα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μαζική εισροή μεγάλου αριθμού κρουσμάτων σε έναν ιό για τον οποίο δεν υπάρχει γενική ανοσία. Εμείς γλυτώσαμε από το το κακό, όχι χωρίς τραυματισμούς, όχι χωρίς απώλειες. Δεν θέλω να φαντάζομαι τι θα είχε συμβεί αν δεν είχαμε δείξει αυτήν την ψύχραιμη, αλλά και εξαιρετικά δύσκολη να υιοθετηθεί στάση», είπε.
Σε συνδυασμό με τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα αλλά λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη την επιστημονική αβεβαιότητα πρέπει να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε. Χρειαζόμαστε σαν οδηγό μας τις πιο λογικές αποφάσεις. Φυσικά όλα αυτά γίνονται λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες όλων μας. Είμαστε όλοι μέλη της ίδιας κοινωνίας. Έχουμε όλοι τις ίδιες ανησυχίες, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο. Από την άλλη μεριά δεν πρέπει όλοι να δηλώνουμε αδυναμία σε οποιαδήποτε προσπάθεια επανόδου στην κανονικότητα, ούτε να υπερτονίζουμε τις αβεβαιότητες. Έχει νομίζω έναν εγωϊσμό αυτή ή στρατηγική, δεν ωφελεί. Για παράδειγμα. Σχετικά με τα μέτρα προστασίας και τη χρήση μάσκας ως ισχυρή σύσταση ή και υποχρέωση ανάλογα τον χώρο, ιδιαίτερα εκεί που παρατηρείται συγχρωτισμός. Ίσως να σας φαίνεται παράλογο ότι τώρα τοποθετηθήκαμε έτσι, ενώ πριν λίγες εβδομάδες αλλιώς. Όμως πρέπει να ακούσετε όλα τα δεδομένα που τώρα στηρίζουν τη χρήση της μάσκας, ενώ τότε όχι», υπογράμμισε ο κ. Τσιόδρας.
Τότε ήμασταν σε ένα καθοριστικό για την πορεία της επιδημίας lockdown. Η τότε πορεία της επιδημίας στη χώρα μας είχε συζητηθεί από την επιτροπή, η οποία δεν συνέστησε τη γενικευμένη χρήση μάσκας εκτιμώντας και τους κινδύνους από τη χρήση της. Τώρα οι συνθήκες σιγά σιγά γίνονται άλλες, είναι μια εξελισσόμενη κατάσταση. Η κοινωνία σιγά σιγά θα ανοίξει. Τα μέτρα της φυσικής απόστασης θα διατηρηθούν, αλλά δεν μπορούν πάντοτε να τηρηθούν.  Πρέπει να κάνουμε ό,τι παραπάνω μπορούμε για κάποιους τομείς της κοινωνίας, τόνισε ο κ. Τσιόδρας.
«Η χρήση μάσκας θα γίνει ως συμπληρωματικό μέτρο για το νέο ιό. Και όχι για να μην κολλήσουμε, αλλά κυρίως για μην μεταδώσουμε στους άλλους όταν έχουμε ελαφρά ή και καθόλου συμπτώματα. Οι πρόσφατες οδηγίες του ΠΟΥ και του Ευρωπαϊκού Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, υποστηρίζουν αυτήν τη στρατηγική μας. Όπως και τότε, μάς έδιναν το δικαίωμα να τοποθετηθούμε ενάντια. Πιστέψτε με, σε τέτοια θέματα είναι δύσκολο να υπάρχει ομοφωνία. Αλλά τα ενδεχόμενα οφέλη από μια ισχυρή σύσταση ή υποχρέωση για χρήση της μάσκας αυτήν την περίοδο που ανοίγουμε, στην αρχή περιορισμένα και σταδιακά περισσότερο, και ιδιαίτερα όταν υπάρχει υψηλός συγχρωτισμός, όπως στα ΜΜΜ θα είναι ένα σημαντικό επιπλέον μέτρο. Είναι ο χορός της αβεβαιότητας με την πρακτική λογική», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσιόδρας.
Επανερχόμενος στο μήνυμά του, ο κ. Τσιόδρας επεσήμανε ότι υπάρχει κίνδυνος από τη λανθασμένη χρήση και εφαρμογή της μάσκας. π.χ. να την πιάνεις από μπροστά και να μολύνεσαι με τυχόν σταγονίδια που έχουν κάτσει πάνω στη μάσκα, καθώς και μια ψευδής αίσθηση ασφάλειας που μπορεί να οδηγήσει σε λάθος συμπεριφορές.
«Η χρήση της μάσκας δεν υποκαθιστά τους βασικούς κανόνες, τα σημαντικά μέτρα – συγγνώμη που τα επαναλαμβάνω, αυτά είναι τα σημαντικά, αυτά μάς έβγαλαν από τη μεγάλη διασπορά μαζί με το lockdown – όπως είναι η διατήρηση φυσικής απόστασης, η υγιεινή των χεριών, η αποφυγή αγγίγματος του προσώπου μας, η αναζήτηση ιατρικής βοήθειας αν έχουμε συμπτώματα», τόνισε ο κ. Τσιόδρας.
Η πάνινη, υφασμάτινη ή χάρτινη μάσκα δεν γίνεται να χρησιμοποιηθεί χωρίς ταυτόχρονα την πολύ καλή υγιεινή των χεριών με αντισηπτικό. Επίσης χρειάζονται οδηγίες για το πώς θα τις φυλάξουμε, πώς θα την απορρίψουμε, πώς θα την καθαρίσουμε είπε ο κ. Τσιόδρας και πρόσθεσε ότι αναλυτικές οδηγίες για τις μάσκες θα ακολουθήσουν άμεσα από τον ΕΟΔΥ σε συνεργασία με το υπουργείο Υγείας και μέλη της επιτροπής εμπειρογνωμόνων.
Η αξία του προσώπου δεν έχει καταργηθεί. Θα επανέρθει ακόμη πιο ισχυρή όταν αρθεί αυτό το μέτρο, τόνισε.
Όσον αφορά την επαναλειτουργία της εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα και την τελευταία εκτίμηση κινδύνου του ευρωπαϊκού CDC, η οποία δημοσιεύτηκε στις 23 Απριλίου 2020 και με συμμετοχή Ελλήνων επιστημόνων αναφέρονται τα εξής νεότερα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με τη νέα νόσο και τα παιδιά:
• Παρόμοια με δύο άλλους πολύ σοβαρούς κορονοϊούς, τον ιό SARS και τον ιό MERS, οι λοιμώξεις από το νέο ιό παρατηρούνται πολύ λιγότερο συχνά στα παιδιά
• Τα παιδιά εμφανίζουν στην συντριπτική τους πλειονότητα ηπιότερα συμπτώματα από τους ενήλικες
• Παιδιά με σοβαρή νόσο ήταν το λιγότερο από το 1% στη μεγαλύτερη έως σήμερα πληθυσμιακή μελέτη από την Κίνα. Τα παιδιά κυρίως μολύνονται εντός του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, ενώ ο δευτερογενής δείκτης προσβολής είναι πολύ χαμηλότερος για τα παιδιά από ότι είναι για τους ενήλικες. Για την ακρίβεια, τα παιδιά κολλάνε τη νόσο περίπου τρεις φορές λιγότερο από τους 20 ετών και άνω και τέσσερις φορές λιγότερο από τους ενήλικες άνω των 60 ετών.
• Μετάδοση από παιδί σε ενήλικα φαίνεται να είναι ασυνήθιστη. Κατά τη διερεύνηση του πρώτου κρούσματος στη Γαλλία, ένα μολυσμένο παιδί παρακολούθησε τρία διαφορετικά σχολεία ενώ ήταν συμπτωματικό και είχε 112 επαφές που εντοπίστηκαν, συμπεριλαμβανομένων άλλων παιδιών και καθηγητών. Δεν εντοπίστηκαν σημαντικά δευτερογενή περιστατικά. Φυσικά δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι ένα μολυσμένο παιδί δεν μπορεί να κολλήσει κάποιον, αλλά αυτό δεν αλλάζει τις έως τώρα γενικές παρατηρήσεις.
• Δεδομένα από πληθυσμιακές μελέτες στην Ιταλία, την Ισλανδία και τη Σουηδία, δείχνουν ότι τα παιδιά είναι απίθανο να είναι πρωτογενείς περιπτώσεις μετάδοσης της νόσου
Μετά από όλα αυτά, τώρα, με τη βοήθεια όλων σας και όλων μας, καταφέραμε να φτάσουμε σε μια φάση όπου αποφασίστηκε μια σταδιακή επάνοδος με βάση την παρακολούθηση ειδικών κριτηρίων, μαθηματικών εκτιμήσεων, του πραγματικού αναπαραγωγικού ρυθμού της επιδημίας, με παρακολούθηση σε καθημερινή βάση του πραγματικού «ΡΟ», τόνισε ο κ. Τσιόδρας και πρόσθεσε ότι σε αυτήν τη φάση είναι σημαντική για πολλούς λόγους η επιστροφή των παιδιών στην κανονικότητα, στην λειτουργία της κοινωνίας, μαζί με την τήρηση των άλλων μέτρων (της υγιεινής των χεριών, της κάλυψης του βήχα, της διατήρησης μιας απόστασης.
Μάλιστα, η επιτροπή μας είχε δώσει το πράσινο φως στην ηγεσία για επάνοδο στην κανονικότητα και πριν τις προγραμματισμένες ημερομηνίες επιστροφής, πρόσθεσε ο κ. Τσιόδρας.
«Επιτρέψτε μου να το πω. Θα συνεχίσουμε να είμαστε επιφυλακτικοί, αλλά ταυτόχρονα σιγά σιγά, σταδιακά, ανάλογα με το δεδομένα, θα αναλάβουμε όλοι μας με προσοχή, και με τη δική μας συνεργασία, αλλά και με τη βοήθεια όλων, να αξιοποιήσουμε τη σημαντική ευκαιρία που μας δόθηκε να επανέλθουμε σε μια μερική κανονικότητα και σιγά-σιγά στην πλήρη κανονικότητα όταν αυτό θα είναι εφικτό. Νομίζω όλο αυτό θα είναι μια ευκαιρία να αλλάξουμε ακόμη περισσότερο και προς το καλύτερο τους εαυτούς μας. Βλέπω με αισιοδοξία κάποια νεότερα δεδομένα των τελευταίων 2-3 ημερών, για τα φάρμακα και τα εμβόλια, αλλά με απογοήτευση από την άλλη πλευρά κάποιες επικριτικές στάσεις σε οιαδήποτε επιχείρηση απεγκλωβισμού στηριζόμενες στην αβεβαιότητα και όχι στα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα. Καταλαβαίνω την αγωνία. Οι περισσότεροί μας έχουμε μικρά παιδιά στον περίγυρό μας που σταδιακά θα επιστρέψουν στο σχολείο αλλά η ανάγκη αναδύεται όλο και περισσότερο να προχωρήσουμε σταδιακά σε μια επάνοδο. Θα προσαρμοστούμε και θα το ξεπεράσουμε», κατέληξε.
πηγή